Η ανεκτίμητη αξία του ελαιοδάσους του ΝΗΛΕΑ

Οι επιτραπέζιες ελιές και το ελαιόλαδο ήταν ανέκαθεν τα κύρια προϊόντα της Μεσσηνιακής γης. Η καλλιέργεια της ελιάς, του ιερού δέντρου της Ελληνικής αρχαιότητας, ξεκίνησε την 3η χιλιετία π.Χ., κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, ενώ συστηματική καλλιέργεια της ελιάς σημειώθηκε κατά τη Μυκηναϊκή εποχή (1680 – 1200 π.Χ.). Τα αρχαιολογικά ευρήματα στο Ανάκτορο του Νέστορα, όπως οι πινακίδες της Γραμμικής Γραφής Β, δίνουν σημαντικές πληροφορίες για την καλλιέργεια της ελιάς στη Μεσσηνία.

Η μακρόχρονη παρουσία του ελαιόδεντρου έχει σημαδέψει το τοπίο σε συνδυασμό με την καθημερινή, πολιτιστική και κοινωνική ζωή των ανθρώπων, δημιουργώντας μια ιδιαίτερη πολιτιστική κληρονομιά, υλική (π.χ. εργαλεία, τεχνικές, προϊόντα κ.λπ.) και άυλη (τεχνογνωσία, προφορικές παραδόσεις, διατροφικές συνήθειες κ.λπ.). Επιπλέον, η κοινωνική σημασία της ελαιοκαλλιέργειας έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, καθώς γύρω από αυτήν οικοδομείται ένα δίκτυο κοινωνικών, οικονομικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων που καθορίζουν τις διαπροσωπικές σχέσεις, ενισχύουν κοινωνικούς δεσμούς και διαμορφώνουν ιδιαίτερες πολιτιστικές ταυτότητες. Οι φορείς της πολιτιστικής κληρονομιάς της ελιάς και του ελαιολάδου είναι οι παραγωγοί και οι καταναλωτές στις αγροτικές και τις αστικές περιοχές, οι οποίοι διαφυλάττουν και μεταδίδουν από γενιά σε γενιά πρακτικές και γνώσεις σχετικά με την καλλιέργεια και τη συγκομιδή της ελιάς, καθώς και τις διατροφικές συνήθειες.

Σήμερα, η ελαιοκαλλιέργεια στη Μεσσηνία εμφανίζει χαρακτηριστικά μονοκαλλιέργειας με 14 εκατομμύρια ελαιόδεντρα και παραγωγή ελαιολάδου που φτάνει τους 60.000 τόνους. Οι ελαιώνες είναι σχετικά μικροί σε μέγεθος (2-30 στρέμματα) και οι ιδιοκτησίες διάσπαρτες, που κυμαίνονται κατά μέσο όρο στα 35-45 στρέμματα ανά παραγωγό. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Μεσσηνιακός ελαιώνας προέκυψε σχεδόν ήπια χωρίς βίαιες επεμβάσεις στο έδαφος (ισοπεδώσεις, εκχερσώσεις κ.λπ.) και στο περιβάλλον εν γένει. Ένας μεγάλος αριθμός αιωνόβιων ελαιόδεντρων είναι μάρτυρας της νεότερης και σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.

Η καλλιέργεια γίνεται με παραδοσιακές πρακτικές, γεγονός που εξηγεί το αρκετά υψηλό κόστος συγκομιδής. Ωστόσο, το ισχυρότερο πλεονέκτημα του ελαιώνα της περιοχής είναι η περιβαλλοντική του διάσταση. Οι ελαιώνες ξεκινούν από τα βουνά, φτάνοντας ως τη θάλασσα, ενώ στην πορεία αλληλοδιαδέχονται δασικές εκτάσεις μέσα σε ένα έντονο ανάγλυφο με ρέματα που κυλούν προς τις ακτές, συνθέτοντας ένα μοναδικό αγροπεριβάλλον, όπου το ελαιοδάσος αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του. Οι δασικές εκτάσεις που παρεμβάλλονται στους ελαιώνες, ή το αντίστροφο, αποτελούν καταφύγιο για πλήθος άγριων ζώων, πτηνών και φυτών συμβάλλοντας στη διατήρηση της βιοποικιλότητας, η οποία αποτελεί δείγμα υγείας του οικοσυστήματος, αλλά και ζητούμενο σήμερα.

Ένα επιπλέον χαρακτηριστικό του Μεσσηνιακού ελαιώνα είναι η ηλικιακή ανομοιογένεια, η συνύπαρξη δηλαδή υπεραιωνόβιων ελαιοδένδρων με άλλα μικρότερης ή/και πολύ μικρότερης ηλικίας, δείγμα της κοινωνικής του διάστασης, δεδομένου ότι πολλές γενιές έχουν καταθέσει τον μόχθο τους για να έχουμε σήμερα τον πράσινο μεσσηνιακό ελαιώνα.

Ο ΝΗΛΕΑΣ στο ξεκίνημά του, το 2002, ήταν η πρώτη ομάδα παραγωγών που συνέδεσε την ελαιοκαλλιέργεια με το περιβάλλον μέσω διεθνών και ευρωπαϊκών προτύπων και κανονισμών (ISO 14001, AGRO 2,1 & AGRO 2,2, EMAS, EPD κ.λπ.). Παράλληλα συμμετείχε ως εταίρος σε ευρωπαϊκά προγράμματα όπως τα LIFE Sage 10 και Olive Clima, HORIZON IOF2020, PRIMA SUSTAINoLIVE, ενώ την τρέχουσα περίοδο συμμετέχει στα HORIZON SUPPORT και HORIZON AgriDataValue.

Μέσα από την εικοσαετή γνώση και εμπειρία του, έγινε αντιληπτή η συμβολή του ελαιώνα στη μείωση του φαινομένου του θερμοκηπίου και το συνακόλουθο αρνητικό ανθρακικό αποτύπωμα, κάνοντας χρήση απλών, αλλά στοχευμένων, καλλιεργητικών πρακτικών. Συγκεκριμένα, ο κορμός της ελιάς και το έδαφος αποτελούν αποταμιευτήρες άνθρακα. Αυτό σε συνδυασμό με τις φιλοπεριβαλλοντικές πρακτικές στην ελαιοκαλλιέργεια (όπως το κλάδεμα διαμόρφωσης, το κλάδεμα καρποφορίας, η παραγωγή και διασπορά κομπόστ, η χλωρά λίπανση, η αξιοποίηση των υπολειμμάτων της καλλιέργειας και η ακαλλιέργεια του εδάφους), μετατρέπει την ελαιοκαλλιέργεια σε εργαλείο αντιμετώπισης-διαχείρισης της κλιματικής αλλαγής, μετριάζοντας το φαινόμενο του θερμοκηπίου και προσαρμόζοντας τους αγρότες στα νέα δεδομένα (ΚΑΠ), μέσω της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από την καλλιέργεια της ελιάς και της αύξησης της δέσμευσης αερίων του θερμοκηπίου από την ατμόσφαιρα στα φυτά και στο έδαφος του ελαιώνα. Αντίστοιχα, η συμμόρφωση των αγροτών στις απαιτήσεις της ΚΑΠ προσφέρει τη δυνατότητα είσπραξης των πράσινων ενισχύσεων και μελλοντικά ενδέχεται να ευνοηθούν από την προώθηση του μοντέλου της «Γεωργίας Άνθρακα» που στοχεύει στη σήμανση των προϊόντων που συμβάλουν στη δέσμευση των αερίων του θερμοκηπίου.

To ελαιόλαδο

Ο χυμός της ελιάς είναι εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, που παράγεται μόνο με μηχανικές μεθόδους, από τα μέλη του ΝΗΛΕΑ στο σύνολό του, από τις ποικιλίες Κορωνέικη και Μαυρολιά. Έχει εξαιρετικά χαμηλή οξύτητα και άριστα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά.

Τα μέλη της Ομάδας Παραγωγών ΝΗΛΕΑΣ παράγουν συμβατικό και βιολογικό ελαιόλαδο και στις δυο ποικιλίες, ακολουθώντας τις κατάλληλες καλλιεργητικές πρακτικές.

Στόχος της Ομάδας είναι η συνεχής βελτίωση των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών του ελαιολάδου, παράλληλα με την τήρηση των νομικών απαιτήσεων και των προδιαγραφών που θέτουν οι πελάτες.

Ο ΝΗΛΕΑΣ παραλαμβάνει το ελαιόλαδο των μελών του στις εγκαταστάσεις του, ακολουθώντας σύστημα ιχνηλασιμότητας και κατηγοριοποιώντας το σύμφωνα με την ποικιλία, και την πιστοποίησή του (ΠΟΠ Καλαμάτα, βιολογικό κτλ).

Η Μαυρολιά

Το ελαιοδάσος της δυτικής Μεσσηνίας, ιδιαίτερα στην περιοχή που δραστηριοποιείται ο ΝΗΛΕΑΣ έχει μια μοναδική παγκόσμια, ίσως, ιδιαιτερότητα την οποία συνιστά το γεγονός ότι στα ίδια χωράφια συγκαλλιεργούνται δυο ποικιλίες, η οικουμενική πλέον Κορωνέικη μαζί με μια τοπική αρχέγονη, τη Μαυρολιά.

Έως το 1980, πριν επεκταθεί η ελαιοκαλλιέργεια εκτοπίζοντας άλλες παραδοσιακές καλλιέργειες, όπως τα αμπέλια, τα σταφιδάμπελα και τα οινοποιήσιμα, η Μαυρολιά δέσποζε ως η κυρίαρχη πρώιμη ποικιλία, κυρίως σε δύσκολα επικλινή εδάφη και περιμετρικά των σταφιδαμπέλων. Δένδρο ντελικάτο, στιβαρό και ανθεκτικό στο Μεσογειακό κλίμα που δεν παρενιαυτοφορεί ιδιαίτερα, ωριμάζει προς τα τέλη Σεπτεμβρίου προσφέροντας τη δυνατότητα στους παραγωγούς να ξεκινήσουν νωρίς τη συγκομιδή της, να την ολοκληρώσουν, και στη συνέχεια να προχωρήσουν στη συγκομιδή της Κορωνέικης.

Η ιστορία της Μαυρολιάς χάνεται στα βάθη πολλών αιώνων και πιθανόν συναντά την εποχή του Ομηρικού Βασιλιά Νέστωρα, αποτελώντας την ποικιλία που συνέθετε τον Μυκηναϊκό ελαιώνα. Περπατώντας σήμερα κανείς τα χωράφια του ΝΗΛΕΑ, θα συναντήσει διάσπαρτα υπεραιονώβια ελαιόδενδρα, που γλύτωσαν από την εκδικητική μανία του Ιμπραήμ και παραμένουν ζωντανοί μάρτυρες ιστορίας και πολιτισμού χιλιάδων ετών.

Ο ΝΗΛΕΑΣ έχει ως στρατηγική του την αξιοποίηση της μοναδικότητας που προσφέρει το πρώιμο εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο της Μαυρολιάς με τα πολύ ιδιαίτερα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά και τη σύνδεση του με την ιστορία και το πολιτιστικό απόθεμα του τόπου μας.

Η Κορωνέικη

Τα υπεραιωνόβια διάσπαρτα ελαιόδενδρα της ποικιλίας Κορωνέικη, μαρτυρούν την παρουσία της στον τόπο από τον οποίο ξεκίνησε το μεγάλο ταξίδι σε χώρες και εκτός της Μεσογειακής λεκάνης, ώστε να αποτελεί σήμερα μια από τις πλέον δυναμικές και διαδεδομένες οικουμενικές ποικιλίες.

Στη δυτική Μεσσηνία, όμως, η Κορωνέικη εγκαταστάθηκε και αναπτύχθηκε στις καλλιέργειες που εγκαταλείφθηκαν από το 1980 και μετά, ώστε σήμερα να αποτελεί το 65% των ελαιοδένδρων στην περιοχή που δραστηριοποιείται ο ΝΗΛΕΑΣ, με το 35% να ανήκει στην ποικιλία Μαυρολία.

Το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο,  που προέρχεται από την εν λόγω ποικιλία και το ανθρωπο-περιβάλλον της δ. Μεσσηνίας με τα λοφώδη εδάφη και το έντονο ανάγλυφο, χαρακτηρίζεται ως μέτριας έντασης φρουτώδες, ισορροπημένο με έντονο πικρό και πικάντικο.

Μαυρολιά και Κορωνέικη

Το πάντρεμα των δυο ποικιλιών συνδυάζει ένα εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο που φέρει τη σφραγίδα της ανθρωπογεωγραφίας του ΝΗΛΕΑ. Μοναδικό στην κατηγορία του, ένα blend ελαιόλαδο με τις δυο ποικιλίες που συνυπάρχουν αρμονικά στους ελαιώνες του, με έντονα χαρακτηριστικά η Κορωνέικη και ήπια η Μαυρολιά συνθέτουν ένα εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο μοναδικό και αντιπροσωπευτικό.